βεντετισμός

βεντετισμός
ο
αλαζονική και εκκεντρική συμπεριφορά με στόχο την επίδειξη: Ο βεντετισμός του έχει δυσαρεστήσει όλους τους φίλους του.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”